- 20 Σεπτεμβρίου 2011. Επέτειος θανάτου του Γιώργου Σεφέρη
Βαθειὰ λυρικός, στοχαστικὸς καὶ αἰσθαντικὸς μὲ ὅλα τὰ
ζητήματα ποὺ τὸν ἀπασχόλησαν στὴ ζωή του, μὲ τὸ μεγάλο του ταλέντο στὴ γραφὴ ἀλλὰ
καὶ μὲ τὶς βαθειὲς γνώσεις του τῆς ἱστορίας τῆς Ἑλλάδας κατάφερε νὰ συνδέσει
σαφῶς τὰ πάντα μὲ ἕνα λόγο - ποὺ μνημειώδης καθὼς ἔρρεε στὸ χαρτὶ - τὸν ἔκανε νὰ
κερδίσει τὴ διεθνῆ ἀναγνώριση καὶ νὰ καταστεῖ εἷς ἐκ τῶν κορυφαίων ποιητῶν τῆς ἐποχῆς
του.

Ὁ Σεφέρης δὲν εἶναι εὔκολος ποιητὴς ἀλλὰ δὲν εἶναι
σκοτεινός. Ἡ γλώσσα ποὺ μιλᾶ εἶναι δύσκολη, στὴ γλώσσα ὅμως αὐτὴ ἡ φωνή του εἶναι
καθαρὴ καὶ ἀπερίφραστη. Ἔχεις τὴν ἐντύπωση πὼς πέτυχε τὴν καίρια ἔκφραση, ποὺ δὲν
μπορεῖ νὰ εἰπωθεῖ ἀλλιῶς. Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ ἀξιοαγάπητο στὴν ποίησή του, ἡ ἁπλότητα
ποὺ φτάνει στὴ θερμότητα μιᾶς ἐξομολόγησης. Ἡ ποίηση τοῦ Σεφέρη δὲν εἶναι
βέβαια χαρούμενη. Εἶναι ἀπαισιόδοξη καὶ μελαγχολική. Ἔχει τὴ θλίψη τοῦ ἀνθρώπου
ποὺ συλλογίζεται πολὺ πάνω στὰ ἀνθρώπινα, κι ἀκόμα τοῦ Ἕλληνα μὲ τὸ κατακάθι τῆς
πίκρας ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ καὶ τὶς ἐθνικὲς περιπέτειες. Ὡστόσο ἡ διάθεση αὐτὴ δὲν ὁδηγεῖ
στὴν ἄρνηση ἢ στὴν καταστροφή. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ σκοταδιοῦ εἶναι τὸ φῶς,
μαῦρο καὶ ἀγγελικό, «ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ ἥλιου» στὸ κάστρο τῆς Ἀσίνης θὰ ἀνεβεῖ στὸ
τέλος «ἀσπιδοφόρος ὁ ἥλιος πολεμώντας». Κάτω ἀπὸ τὴν ἄρνηση ὑπάρχει μία πίστη
ποὺ προστατεύει ἀπὸ τὴν ἀπελπισία, καὶ μία στιβαρὴ αἴσθηση τῶν πραγμάτων ποὺ
προφυλάσσει ἀπὸ τὴ διάλυση καὶ τὸ μηδενισμό.
Πέθανε τὸ Σεπτέμβριο τοῦ 1971.
ΕΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ
Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός
«Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός, ὅλο βουνὰ ποὺ ἔχουν σκεπὴ τὸ
χαμηλὸ οὐρανὸ μέρα καὶ νύχτα. Δὲν ἔχουμε ποτάμια δὲν ἔχουμε πηγάδια δὲν ἔχουμε
πηγὲς μονάχα λίγες στέρνες, ἄδειες κι᾿ αὐτές, ποὺ ἠχοῦν καὶ ποὺ τὶς προσκυνοῦμε.
Ἦχος στεκάμενος κούφιος, ἴδιος με τὴ μοναξιά μας ἴδιος με τὴν ἀγάπη μας, ἴδιος
με τὰ σώματά μας. Μᾶς φαίνεται παράξενο ποὺ κάποτε μπορέσαμε νὰ χτίσουμε τὰ
σπίτια τὰ καλύβια καὶ τὶς στάνες μας. Κι᾿ οἱ γάμοι μας, τὰ δροσερὰ στεφάνια καὶ
τὰ δάχτυλα γίνουνται αἰνίγματα ἀνεξήγητα γιὰ τὴ ψυχή μας. Πῶς γεννήθηκαν πῶς
δυναμώσανε τὰ παιδιά μας;
Ὁ τόπος μας εἶναι κλειστός. Τὸν κλείνουν οἱ δυὸ μαῦρες Συμπληγάδες. Στὰ λιμάνια
τὴν Κυριακὴ σὰν κατεβοῦμε ν᾿ ἀνασάνουμε βλέπουμε νὰ φωτίζουνται στὸ ἡλιόγερμα
σπασμένα ξύλα ἀπὸ ταξίδια ποὺ δὲν τέλειωσαν σώματα ποὺ δὲν ξέρουν πιὰ πῶς ν᾿ ἀγαπήσουν».
(Α. Ἡ Πέτρα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου