ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 225 .000 ! !
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ. ΚΟΛΛΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ. ΚΟΛΛΙΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ"


Κυκλοφόρησε το βιβλίο "ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ" του Γιώργου Κόλλια.
Πρόκειται για την περιγραφή της ζωής ενός παιδιού στην δεκαετία του 1960 στον Βαρνάβα, ένα Αρβανιτοχώρι της Αττικής. Η κοινωνική ζωή, οι παραδόσεις και τα έθιμα, η εξέλιξη και οι καθυστερήσεις αποτυπώνονται μέσα από τα παιδικά μάτια του συγγραφέα. Δεν είναι απλά μια προσωπική ιστορία, αλλά μια καταγραφή ενός, όχι και τόσο μακρινού, παρελθόντος. 
Στο βιβλίο περιλαμβάνεται και μικρή φωτογραφική συλλογή. 
Αν σας ενδιαφέρει η αγορά του επικοινωνείστε στο email geKolliasVarnavas@gmail.com, δίνοντας πλήρη διεύθυνση κατοικίας, για να σας σταλεί με αντικαταβολή.
Το βιβλίο στοιχίζει 15 €  με έξοδα αποστολής δικά μας.
Για την επίσημη παρουσιάσή του θα ενημερωθείτε με νέα ανάρτηση.

Ο ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ:
Θα σου πω μια ιστορία πέρα για πέρα αληθινή. Όλα όσα θα διαβάσεις συνέβησαν πραγματικά κι ας μοιάζουν με μυθιστόρημα.
«Όσα θυμούμαι ξιστορώ», λοιπόν, γιατί πως μπορείς να κλείσεις μια ολόκληρη ζωή σ΄ ένα βιβλίο; Πώς να κρατήσεις στην θύμησή σου χιλιάδες μικρές καθημερινές ιστορίες. Πώς να ξεδιαλέξεις τα σημαντικά, απ΄ τ΄ ασήμαντα, όταν στα παιδικά μου τότε μάτια, όλα έμοιαζαν τόσο  σημαντικά;Δεν σκοπεύω απλά να μιλήσω για μένα. Θέλω, με τα δικά μου βήματα να περιδιαβείς κι εσύ στον τόπο μου. Αυτόν τον τόπο που στ΄ άγιά του χώματα γεννήθηκα και μεγάλωσα. Εκεί που είδα πρώτη φορά το φως του ήλιου, που ΄τρεξα για πρώτη φορά στους δρόμους του, που ΄φαγα το πρώτο ξύλο από την μάνα μου, που πέταξα την πρώτη πέτρα, που ΄τρεξε το πρώτο αίμα απ΄ τα πληγωμένα πόδια μου. Εκεί π΄ ακούστηκε το πρώτο κλάμα μου, αλλά και π΄ αντήχησε το πρώτο γέλιο μου. Εκεί που χάραξα τα πρώτα μου όνειρα, για μια ζωή που δεν ήξερα.Πάμε λοιπόν την ιστορία και έλα μαζί μου να γνωρίσεις, μέσα απ΄ τις θύμισές μου, αυτόν τον τόπο, τους ανθρώπους του και την ιστορία του.
ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΦΑΝΤΑΡΟΙ ΤΟ 1912

ΝΙΟΝΥΜΦΟΙ ΤΟ 1950

ΠΑΣΧΑ ΤΟ 1961

Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΤΟ 1978

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

"ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ" ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ


ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΣΤΟ
geKolliasVarnavas@gmail.com
τα χρόνια του δημοτικού άρχισε να αναπτύσσεται η περιέργεια και αισθανόμουν την ανάγκη να μάθω για το χτές του τόπου μου. Ρωτούσα λοιπόν συνεχώς, τους γονείς, την γιαγιά, τους θείους. Ήθελα να ακούω ιστορίες, που φάνταζαν σαν ανέκδοτα, αλλά ήσαν πραγματικές.
Οι διηγήσεις αυτές με βοήθησαν να καταλάβω πόσο δύσκολα ήσαν τα χρόνια των γονιών μου, την φοβερή άγνοια των χωριανών μου, την απομόνωση του χωριού μου κι ας απείχε μόλις τριανταπέντε χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα.
Παραθέτω μερικές απ΄ αυτές τις διηγήσεις κι ας μην σου φανούν υπερβολικές. Είναι πέρα για πέρα αληθινές.
   Μια κοπελιά είχε ακούσει πως στην Αθήνα «πατάνε ένα κουμπί κι ανάβει φώς». Προσπαθούσε λοιπόν κάθε βράδυ, πατώντας τα κουμπιά της ζακέτας της, ν΄ ανάψει κάποιο φως, αλλά μάταια. Τελικά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «είναι φαίνεται αλλιώτικα αυτά τα κουμπιά της Αθήνας»!
              Η μητέρα μου μέτραγε τα Κράτη του κόσμου και τα έβγαζε 12. Βαρνάβας, Γραμματικό, Καπανδρίτι, Μάζι, Κάλαμος, Μαραθώνας, Αθήνα, Γερμανία, Ιταλία, Αμερική, Εύβοια, Τουρκία.
             Ένας νέος της εποχής, μη αντέχοντας την στερημένη ζωή που ζούσε, λέει στην μάνα του: «Μέμε το βέτε νε Γκερμανί» (Μάνα θα πάω στην Γερμανία). Κι η μάνα του «ρε νέκε το βες εδέ νε Χαλκίδε» (ρε δεν πα να πας μέχρι και την Χαλκίδα). Γι΄ αυτήν η Χαλκίδα ήταν η άκρη του κόσμου της.
Κά       Κάποιος χωριανός είχε πάει στην Αθήνα και έβγαλε μια φωτογραφία. Την έφερε στο σπίτι κι η γυναίκα του θαύμασε το εκπληκτικό αυτό γεγονός. Την επόμενη φορά που θα πήγαινε στην Αθήνα, του λέει «Ρε Γιαν αντέ γκα Αθήνε τσε βέτε, ντζιέρμε εδέ μούα νιε ποτογκραφί» (Ρε Γιάννη εκεί στην Αθήνα που πας, βγάλε μου κι εμένα μια φωτογραφία).
             Ένας άλλος πάλι χωριανός πηγαίνει για πρώτη φορά στην Αθήνα κι αγανακτεί από το πέρα-δώθε του κόσμου. Αυτός στο χωριό περπάταγε μόνος του στο δρόμο, άντε και κανά δυό ακόμη, ενώ εδώ τον έσπρωχναν, του ΄πεφταν πάνω οι αντίθετα ερχόμενοι. Αγανακτισμένος σταματά στην μέση του πεζοδρομίου και φωνάζει «Ι τούτι πόστε, ι τούτι λιά» (Ή όλοι πάνω, ή όλοι κάτω)....."

"

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΛΒΙΟ "ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ" ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΛΛΙΑ

 Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Κόλλια "ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ ΞΙΣΤΟΡΩ" που κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Θέρος – Τρύγος – Πόλεμος.
Πόλεμο δεν έζησα, αλλά έζησα και το θέρος και τον τρύγο.
Όταν ερχόταν ο καιρός για το θέρος, το χωριό ήταν σ΄ αναταραχή. Σ΄ όλα τα σπίτια ετοίμαζαν τα «κοφίνια» που θα τα γέμιζαν με σταφύλια, τα «κοφάκια» (μικρά κοφίνια) με τα οποία οι «κουβαλητάδες» θα μετέφεραν τα σταφύλια απ΄ τα κλήματα στα κοφίνια,  τρόχιζαν τους «σβαρνάδες», με τους οποίους θα ΄κοβαν τα σταφύλια.
Μετά έπρεπε να ψάξουν για «κολίγους», με τους οποίους θα τρυγούσαν «δανεικά». Επειδή δυνατότητα να προσλάβουν εργάτες δεν υπήρχε, τρυγούσαν μαζί τ΄ αμπέλια της μιας οικογένειας και μετά, πάλι μαζί, της άλλης.
Και το βαρέλι, όμως, για το κρασί, ήθελε την δική του προετοιμασία. Το βγάζαμε έξω στην αυλή κι ο πατέρας το άνοιγε και μπαίνοντας μέσα μ΄ ένα ξυστρί, το έξυνε όλο. Όταν τελείωνε, το «φούντωνε», δηλαδή το σφράγιζε για να μην παίρνει αέρα και γίνει ξύδι το κρασί.
Μάζευαν άγρια αρωματικά φυτά, τα έβραζαν κι έφτιαχναν την «στιφάρμα», με την οποία έπλεναν το βαρέλι, πριν το γεμίσουν μούστο, ως αντισηπτικό, αλλά και για να πάρει άρωμα το κρασί. Φρόντιζαν να έχουν προμηθευτεί ρετσίνι απ΄ αυτούς που «χτύπαγαν» πεύκα στο χωριό.
Τα σταφύλια ήταν Σαββατιανά και το κρασί που έφτιαχναν στο χωριό μας ήταν «Ρετσίνα». Πιο πολύ για λόγους συντήρησης του κρασιού, παρά από άποψη.
Κι όταν ερχόταν εκείνη η μέρα, στο σπίτι επικρατούσε αναστάτωση. Βάζαμε τα σαμάρια στα ζώα, δέναμε την «νίγκλα» (ζώνη που έδενε το σαμάρι στο ζώο), φορτώναμε τα κοφίνια κι όλα τα χρειαζούμενα. Φωνές. «Άντε πάμε, μας έπιασε ο ήλιος», «το παγούρι με το νερό το πήρες;», «οι άλλοι έχουν φύγει, εμείς ακόμη εδώ είμαστε».
Στον δρόμο συναντούσαμε κι άλλους συγχωριανούς, που κι αυτοί πήγαιναν για τρύγο. Κουβέντες. «Έχει πράμα φέτος;», «μπα όχι και πολλά πράγματα», «ε, το κρασί της χρονιάς θα βγει», «θα ΄χει γράδο;», «φέτος θα ΄χει, πήγε καλά η χρονιά».
Το βράδυ γυρίζαμε κι αδειάζαμε τα κοφίνια στο πατητήρι. Λίγα τα πατητήρια στο χωριό κι έπρεπε να κλείσεις σειρά. Ο πατέρας πατούσε τα σταφύλια και στο καζάνι, κάτω απ΄ την σωλήνα, έτρεχε ο μούστος.
Μετά, εμείς τα παιδιά, περιμέναμε να φτιάξει η μάνα πετιμέζι, μουσταλευριά και μουστοκούλουρα, γιατί ο πατέρας είχε άλλη «αγωνία». Πότε θα ωριμάσει το κρασί, για να πιεί το πρώτο ποτήρι.
Το θέρος πάλι έφερνε νέα αναταραχή στο χωριό.
Ξανά τα ζώα να ετοιμαστούν, τα δρεπάνια να ανασυρθούν απ΄ την αποθήκη και να εξεταστούν αν είναι εντάξει, να βρεθούν άνθρωποι για «δανεικά». Εδώ τον πρώτο λόγο τον είχαν οι γυναίκες, αυτές, κυρίως, θέριζαν.
Τα πρώτα χρόνια που θυμάμαι, πήγαινε ο πατέρας μου στο ρέμα κι έφτιαχνε «δεματικά». Τα «δεματικά» ήσαν άγρια φυτά, τα οποία, αφού τα έβρεχε, τα ΄πλεκε κι έφτιαχνε «ιμάντες» για να δένουν τα δεμάτια σταριού. Αργότερα άρχισαν να χρησιμοποιούν σύρμα, για το δέσιμο των δεματιών.
Για κολατσιό ρέγγες (ήσαν το «φαγητό του φτωχού» τότε), λίγο τυρί, ελιές, ψωμί και το απαραίτητο κρασί.
Το θέρος ξεκίναγε όταν μάθαιναν πότε θα έρθει η αλωνιστική στο χωριό. Μάζευαν στο αλώνι σωρούς τα δεμάτια κι έκλειναν σειρά για αλώνισμα. Σχεδόν όλο το χωριό ήταν στο αλώνι. Άλλοι δούλευαν στην αλωνιστική, άλλοι έφερναν ακόμη δεμάτια, άλλοι πήγαιναν για να κλείσουν σειρά κι άλλοι είχαν «σειρά» για ν΄ αλωνίσουν. Κι εμείς τα παιδιά εκεί. Παίζαμε όλη μέρα μέσα στο άχυρο, κάτω από τον καυτό ήλιο.
Το στάρι το φέρναμε με τσουβάλια στο σπίτι και το αδειάζαμε στο «αμπάρι». Το «αμπάρι» ήταν ένα μεγάλο ξύλινο κιβώτιο, το οποίο μπροστά είχε μια κατασκευή για να παίρνουμε το στάρι που χρειαζόμασταν κάθε φορά. Μόλις γέμιζε τ΄ «αμπάρι» μπαίναμε μέσα και παίζαμε με τις ώρες, «κολυμπώντας» στο φρέσκο στάρι.
Πάντως ζούσαμε  έντονα αυτές τις καταστάσεις, γιατί ήσαν σημαντικές για το χωριό.


Το βιβλίο διατίθεται από τον ίδιο τον συγγραφέα έναντι 10 €. Για παραγγελίες στο email geKolliasVarnavas@gmail.com ή στο τηλέφωνο 6983638680
ΠΑΛΙΕΣ ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΕΙΣ
Η ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ "ΕΙΣΤΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΜΕΝΟΣ/Η ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝ. ΑΡΧΗΣ" ΕΚΛΕΙΣΕ
ΨΗΦΟΙ: ΑΠΟΛΥΤΑ ΝΑΙ: 2 (3,2%) - ΜΑΛΛΟΝ ΝΑΙ: 4 (4,8%) - ΑΠΟΛΥΤΑ ΟΧΙ: 51 (82,3% - ΜΑΛΛΟΝ ΟΧΙ: 4 (6,5%) - ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΑΚΟΜΗ: 2 (3,2%).
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΑ: ΑΠΟΛΥΤΑ & ΜΑΛΛΟΝ ΝΑΙ: 8% - ΑΠΟΛΥΤΑ & ΜΑΛΛΟΝ ΟΧΙ: 88,8%

Η ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ "ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΠΡΟΩΡΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΟΝ ΒΑΡΝΑΒΑ" ΕΚΛΕΙΣΕ.

ΨΗΦΟΙ: ΝΑΙ: 26 (84%) - ΟΧΙ:
5 (16%)

Η ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΗ "ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ. ΕΙΣΤΕ ΥΠΕΡ ή ΚΑΤΑ;" ΕΚΛΕΙΣΕ.
ΨΗΦΟΙ:
ΚΑΤΑ ΤΟΥ "ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ 2": 26 (52%)
ΥΠΕΡ ΤΟΥ "ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ 2"
: 24 (48%)
ΑΝ ΓΙΝΕΙ ΣΥΝΕΝΩΣΗ ΜΕ ΚΑΠΑΝΔΡΙΤΙ: 22 (58%)
ΑΝ ΓΙΝΕΙ ΣΥΝΕΝΩΣΗ ΜΕ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ: 16 (42%)

(βλέπε στην στήλη "ΨΗΦΟΦΟΡΙΕΣ")